μέμφῃ

μέμφῃ
μέμφομαι
blame
pres subj mp 2nd sg
μέμφομαι
blame
pres ind mp 2nd sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • Μέμφη — Μέμφις fem nom/voc/acc dual (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μέμφῃ — Μέμφηι , Μέμφις fem dat sg (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μέμφηι — μέμφῃ , μέμφομαι blame pres subj mp 2nd sg μέμφῃ , μέμφομαι blame pres ind mp 2nd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διώβολο — Αρχαίο νόμισμα δύο οβολών, ισοδύναμο με το 1/3 της δραχμής (1 δραχμή = 6 οβολοί). Ήταν ασημένιο και είχε βάρος 1,45 γρ. Στην Αθήνα το νόμισμα απεικόνιζε το κεφάλι της Αθηνάς, στραμμένο προς τα δεξιά στη μία του όψη, και δύο κουκουβάγιες στην άλλη …   Dictionary of Greek

  • συντεχνία — Εμπορική και βιοτεχνική ένωση του Μεσαίωνα, στην οποία ανήκαν όλοι όσοι ασκούσαν την ίδια οικονομική δραστηριότητα, με σκοπό την προάσπιση κοινών συμφερόντων. Οι σ. υπήρξαν ιδιαίτερα πολυάριθμες και ανθηρές μεταξύ 12ου και 14ου αι. Οι ρίζες των σ …   Dictionary of Greek

  • Έπαφος — I Μυθολογικό πρόσωπο. Βασιλιάς της Αιγύπτου, γιος του Δία και της Ιούς. Σύμφωνα με την παράδοση, η μητέρα του τον γέννησε, ύστερα από πολλές περιπλανήσεις, στις όχθες του Νείλου, αλλά η Ήρα διέταξε τους Κουρήτες να κρύψουν το βρέφος. Ο Δίας τους… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”